Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2009

Εμπορική Τράπεζα

Ήρθαν τα ζώα

Αρχές δεκαετίας του ΄60, οκτώ παρά δέκα, στο τμήμα εισαγωγών - πιστώσεων εξωτερικού το έλεγαν τότε - της Τράπεζας, αχνίζουν στο γκισέ καφέδες, τσάγια και τυλιγμένα σε χαρτί σάντουιτς, μόνιμη πρωινή μέριμνα του ασπρομάλλη καφετζή κυρ-Γιώργου κατά πάγιες παραγγελιές των υπαλλήλων, που ήδη έχουν αρχίσει να έρχονται στο τμήμα για δουλειά.

Ο Κώστας, πρώτος προϊστάμενος, βυθισμένος σε ανοιγμένους φακέλους σκαλίζει χαρτιά αλλά το μυαλό του ταξιδεύει στη γκόμενα της προηγούμενης βραδιάς που ως συνήθως δεν του κάθισε. Δίπλα ο Γιώργος, δεύτερος προϊστάμενος, με μεγάλα μαύρα γυαλιά ηλίου παρά τη συννεφιασμένη μέρα, ένδειξη ότι είναι ξενύχτης και κατά πάγια τακτική σε αυτές τις περιπτώσεις έρχεται στην Τράπεζα κατευθείαν από το μπουζουκσίδικο. Φυσά με το τσιγάρο δαχτυλίδια πάνω από το γκισέ και σιγο-μουρμουρίζει το ρεφρέν από κάποιο λαϊκό άσμα που είναι του συρμού. Να σε λίγο και ο Ντίνος, άμεσος βοηθός του Γιώργου. Κατεβάζει τον καφέ από το γκισέ, ανάβει τσιγάρο και ρουφώντας αρχίζει να σχολιάζει μαζί του χαμηλόφωνα την αλλοπρόσαλλη διαιτησία του χθεσινοβραδινού αγώνα μπάσκετ και το «τι μαλάκας ρε παιδί μου» είναι η επωδός κάθε σχόλιου. Ο Κώστας σηκώνει από τα χαρτιά το κεφάλι, αγριοκοιτάζει προς το μέρος τους και με τον τραυλό τρόπο ομιλίας του σε έντονο ύφος τους κατακεραυνώνει «πααάλι για μεένα μιιιλάτε;». «Όχι ρε Κώστα», γυρνά ο Γιώργος, «πως σου ήρθε;» και εκείνος επιμένοντας «νααά γιατί ααάκουσα μαααλάκας». Δεν τολμά κανείς να γελάσει γιατί όλοι ξέρουν πως αντιδρά βίαια, όπως όταν τράβηξε ένα γερό ντιρέκτ στον Μίμη σε παρόμοια περίπτωση.

Ξαφνικά τα δύο φύλλα της ξύλινης με τετράγωνα τζαμάκια πάνε-έλα πόρτας του ορόφου ανοίγουν με θόρυβο ταυτόχρονα και εισβάλλουν τρεις αναψοκοκκινισμένες και χοντροκομμένες φάτσες με ένα μάτσο χαρτιά στα χέρια αλαλάζοντας «ήρθαν τα ζώα, ήρθαν τα ζώα» και πετώντας τα χαρτιά πάνω από το γκισέ στο γραφείο του Κώστα «βαράτε τα μπορντερά να βγαίνουν οι άδειες». Η πρωινή ηρεμία στο τμήμα χάνεται, όλοι αρχίζουν να βγάζουν τα έντυπα, ξεσκεπάζουν τις νέας τεχνολογίας γραφομηχανές, προσφορά του Σχεδίου Μάρσαλ δείχνει το τυπωμένο στο πλάι τους σχετικό σήμα, περνούν καρμπόν και βάζουν βιαστικά τα έντυπα στους κυλίνδρους. Οι καθυστερημένοι βλέπουν τον αναβρασμό και απορούν «ήρθαν τα ζώα, ήρθαν τα ζώα» απαντούν οι άλλοι.

Η σαρανταπεντάρα Ιωάννα έχει έρθει νωρίς, αλλά από ώρα βρίσκεται στην τουαλέτα για πρωινό κους-κους με τη Μαρία και μια τελευταία καλλωπιστική πινελιά στο πρόσωπο. Παρά την ηλικία και το ευτραφές της είναι τραβηκτική, «προπολεμική φρεγάδα με τα όλα της», όπως θα καταγράψει μεταγενέστερο λαϊκό τραγούδι ανάλογη περίπτωση. Αυτό το χρησιμοποιεί με τον τρόπο της για να καλμάρει καταστάσεις όταν κάποιος πελάτης περνάει τα όρια υπομονής του Κώστα ή του Γιώργου και η ρήξη είναι προ των θυρών. Καταφθάνει τρέχοντας στο τμήμα, ενώ τα τροφαντά καπούλια της ανεβοκατεβαίνουν «καλέ πρωί-πρωί τι φασαρία είναι αυτή;» «ήρθαν τα ζώα Ιωάννα» της ψιθυρίζει ο Γιώργος. Με ένα παρατεταμένο «ααα» κάθεται μπροστά στη γραφομηχανή της και αρχίζει να ετοιμάζει βιαστικά τα έντυπα.

Ο μονόφθαλμος, γυάλινο το ένα μάτι, επικεφαλής του τμήματος υποδιευθυντής κύριος Μαναρίδης φθάνει ασθμαίνοντας στο γκισέ του Κώστα και του Γιώργου «κύριε Μελισσά και κύριε Θεουλίδη ήρθαν τα ζώα, ελάτε γρήγορα στο γραφείο μου». Είναι καλοσυνάτος και για πολλοστή φορά θέλει να εξηγήσει και να τους μεταλαμπαδεύσει πως πρέπει να ενεργούν «όταν έρχονται τα ζώα». Τους εξηγεί ότι τα πρόβατα και τα κατσίκια φορτώνονται τα προηγούμενα βράδια σε βαγόνια από τη Γιουγκοσλαβία και πρέπει, αμέσως μόλις έρθουν, να γίνουν αστραπιαία όλες οι συναλλαγματικές διαδικασίες για την εισαγωγή, να κτυπηθούν στη γραφομηχανή τα borderaux για το έμβασμα στους φορτωτές εξωτερικού μέσω Clearing, να δακτυλογραφηθούν οι άδειες εισαγωγής και χέρι-χέρι να πάνε στην Τράπεζα της Ελλάδος για θεώρηση από τον ελεγκτή, «παρατηρητή» τον λένε, ώστε σε χρόνο μηδέν να δοθούν στους ζωεμπόρους, που αλαφιασμένοι τις περιμένουν για να εκτελωνίσουν. Κάθε καθυστέρηση μπορεί να αποβεί μοιραία γιατί τα ζώα, διψασμένα και νηστικά, κινδυνεύουν να ψοφήσουν πριν φτάσουν στα σφαγεία. «Και κάτι άλλο, η Τράπεζα έχει μεγάλο όφελος από αυτές τις δουλειές, στη βιασύνη τους δεν βλέπουν το ποσοστό προμήθειας που τους χρεώνουμε».

Η ομάδα στο τμήμα είναι καταπληκτική και στην πλάκα και στη δουλειά, ακόμη και σε αυτή την εκνευριστική της εισαγωγής των ζώων. Ο Γιώργος, μόνιμος χωρατατζής, όταν περνά η φούρια, πιάνει στο ψιλό τους ζωεμπόρους, ιδιαίτερα τους διαδόχους γιους τους με τους οποίους έχει την ίδια ηλικία «ρε Σώτο όλο ζώα-ζώα, δες τη μούρη σου στον καθρέφτη, αρχίζεις να τα μοιάζεις, είσαι και θρεφτάρι».
Εκείνοι επειδή τον ξέρουν και τον θαυμάζουν που είναι πρώτο νούμερο στην ομάδα μπάσκετ του ΠΑΟΚ, δέχονται τα πειράγματα χωρίς παρεξήγηση, πολλές φορές μάλιστα τον προκαλούν.

Με τον καιρό ο εκνευρισμός τέτοια πρωινά, όταν ανοίγει η διπλή πάνε-έλα ξύλινη με τα τετράγωνα τζαμάκια πόρτα του ορόφου, παύει να αναστατώνει το τμήμα. Πριν προλάβουν οι ζωέμποροι, σηκώνεται πρώτος από τη θέση του ο Γιώργος και προσποιητά αλαφιασμένος φωνάζει με νόημα προς όλους στη διαπασών «παιδιά ήρθαν τα ζώα, βαράτε τα μπορντερά να βγαίνουν οι άδειες»


Πρώτες δημοσιεύσεις:
-«ΠΑΝΔΩΡΑ», λογοτεχνικό περιοδικό, τεύχος 13, Μάιος 2003
-«ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ», ένθετο εφημερίδας «Μακεδονία», τεύχος 196, 08.06.2003

3 σχόλια:

Dinos-Art είπε...

Τώρα θυμήθηκα ένα μικρό σχετικό ποίημα του Ντίνου Χριστιανόπουλου, που κάποια στιγμή αναρχικοί το έκανα σημαία:

"Τα πρόβατα διαμαρτύρονται. Ζητούν καλύτερους όρους σφαγής".

το πετάλι είπε...

χρόνια κι αυτά! Ντίνο,
πώς αλλάζουν οι καιροί...

τότε για μια αγοραπωλησία ζώων
κινητοποιούνταν ολόκληρη τράπεζα
ολόκληρο σύστημα εμπορικών συναλλαγών

τώρα με μια συναλλαγή διαδικτυακή λίγων δευτερολέπτων
αλλάζουν χέρια τα δισεκατομμύρια
λες και είναι στραγάλια...

Dinos-Art είπε...

Έτσι είναι Νίκο.
Όταν για πρώτη φορά, κάπου τέλος δεκαετίας '70, μπήκαν οι καταθέσεις στο on line system, οι παλαιότεροι συνάδελφοι έλεγαν "ρε παιδιά, οι καταθέσεις μας είναι στον αέρα!!". Και βέβαια πολλές φορές πελάτες επέμεναν μετά την κατάθεση να δούν την καρτέλα "θέλω να δω πού είναι τα λεφτά μου", φώναζαν.
Αρχές του '80, όταν προσπαθούσαμε να λανσάρουμε τις πιστωτικές κάρτες της Τράπεζας, συναντούσαμε μεγάλη δυσπιστία. Τώρα και η κουτσή Μαρία έχει τρεις-τέσσερις κάρτες.
Καλό βράδυ.