Ένας μονιμάς λοχίας, με πέτσινο πάνω από το χιτώνιο, μας παρέλαβε. «Δεκατρείς, γρουσούζικος αριθμός», ήταν η μόνη κουβέντα που άρθρωσε. Το REO διέσχισε την πλατεία, σκέτο λασποχώρι, με ελάχιστους να κυκλοφορούν και να τραβιούνται, μη και λερωθούν από τα νερά που πετούσε στο πέρασμά του το στρατιωτικό όχημα. Μετά μπήκε σε μια χωμάτινη ευθεία ανάμεσα σε χωράφια, έστριψε δεξιά και ανηφόρησε, μέχρι που φάνηκε μια πύλη. «Επιλαρχία Καταστροφέων Αρμάτων», δέσποζε πάνω η επιγραφή με δυο κακοζωγραφισμένα άρματα στις άκρες. Ο Αλφαμίτης (Ασφάλεια Μονάδας) σήκωσε την μπάρα και κουνώντας το χέρι έδωσε το «ελευθέρας» στο αυτοκίνητο, που πέρασε χωρίς να κόψει, ενώ εκείνος ξοπίσω προσπαθούσε να δει τις νεόφερτες φάτσες. Γύρω το περιβάλλον άγριο, τρία μακρινάρια λαμαρινοσκέπαστα ξύλινα παραπήγματα, κολλητά τους σχεδόν ένα νεκροταφείο και απέναντι, σε ένα ισοπεδωμένο ύψωμα, αραδιασμένα άρματα και άλλα στρατιωτικά οχήματα
Χωρίς μιλιά κατεβήκαμε από το φορτηγό μπροστά σε ένα άλλο μικρότερο παράπηγμα με επιγραφή «Διοικητήριο». «Αλέκο, στους έφερα», φώναξε δυνατά ο μονιμάς και έφυγε, μαζί και η παγωμάρα που μας είχε μεταδώσει. Ξεσκούφωτο εμφανίστηκε στην πόρτα ένα καλόβολο στην όψη παλικάρι, χωρίς διακριτικά βαθμοφόρου. «Καλώς τους. Από πού έρχεστε;» «Aπό το ΚΕΤ», απαντήσαμε. «Αφήστε τα προσωπικά σας είδη και μπείτε ο ένας δίπλα στον άλλο, για να παρουσιαστείτε στον κ. Διοικητή. Χαιρετάτε, λέτε στρατιώτης τάδε, ειδικότητα, λαμβάνω την τιμή να παρουσιαστώ και να σας αναφέρω κ. Διοικητά ότι μετετέθην εκ του ΚΕΤ εις την Επιλαρχίαν Καταστροφέων Αρμάτων, διατάξτε». Επειδή ο κ. Διοικητής αργούσε, ο Αλέκος έπιασε μαζί μας κουβέντα «ποιοι από σας έχουν ειδικότητα γραφέα;». Είμαστε δύο. Μας πήρε μέσα «χρειαζόμαστε έναν για το Υπασπιστήριο και έναν για την Τεχνική Διαχείριση. Που εργαζόσασταν ως πολίτες;» «Σε τράπεζα», του είπα, «για τρία χρόνια». Ο άλλος σε μια εμπορική εταιρεία. «Εσένα, τραπεζικέ, θα σε κρατήσουμε μάλλον στο Υπασπιστήριο και εσένα θα σε βάλουμε στην Τεχνική Διαχείριση», είπε στον άλλο, «με την προϋπόθεση βέβαια ότι τα χαρτιά σας που θα έρθουν θα είναι εντάξει». Κατάλαβα τι εννοούσε παρά την παράλειψη της λέξης «εθνικώς» πριν την «εντάξει».
Όταν καταταχθήκαμε στο Κέντρο Νεοσυλλέκτων Κορίνθου ως υποψήφιοι έφεδροι αξιωματικοί, Υ.Ε.Α. μας έλεγαν, η αγωνία μας ήταν να περάσουμε με επιτυχία δοκιμασίες σωματικές και πνευματικές, για να επιλεγούμε ως αξιωματικοί. Κανείς βέβαια δεν μπορούσε να φανταστεί τότε ότι όλα αυτά ήταν μια τυπική διαδικασία, διότι εκείνο που τελικά μετρούσε ήταν το «μπάρμπα στην Κορώνη» και το «εθνικώς εντάξει». Εννιά από μας ντυθήκαμε τελευταίοι, επειδή μας είχαν επιφορτίσει να βοηθούμε στην κατάταξη, ταξινομώντας τα έγγραφα του καθενός που είχαν σταλεί από Στρατολογία και αστυνομικές αρχές.
Κατά τη διαδικασία είχαμε συνεννοηθεί μεταξύ μας, μόλις πέσουν στα χέρια μας τα χαρτιά κάποιου από μας, να τα δώσουμε στον ενδιαφερόμενο να δει τι περιείχαν. Μου έφερε ένας συνάδελφος το χαρτί που είχε στείλει για μένα το παράρτημα Εθνικής Ασφάλειας του Β΄ Αστυνομικού Τμήματος Θεσσαλονίκης. Το πήρα στα χέρια. Ένα μεγάλο κόκκινο «Α» μέσα σε κύκλο δέσποζε πάνω από την επικεφαλίδα. Άρχισα βιαστικά να το διαβάζω και ένιωσα ικανοποίηση που με χαρακτήριζαν «έντιμο, ηθικό κλπ». Όμως στη συνέχεια, υπογραμμισμένη με κόκκινο, υπήρχε η σημείωση « ο πατήρ του Ιωάννης δεν εψήφισεν εις τας εκλογάς του 1946».
Δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός και το άφησα στη στοίβα μαζί με τα άλλα χαρτιά που με αφορούσαν. Φτάνοντας προς το τέλος των δοκιμασιών, με την επιλογή να είναι προ θυρών, και βλέποντας την αλληλογραφία που έφτανε σε συναδέλφους με αποστολείς στρατηγούς, υπουργούς, βουλευτές, υποπτεύθηκα ότι ίσως να μην έφθανε το «έντιμος και ηθικός», ούτε οι σωματικές και πνευματικές ασκήσεις που μάλλον είχα περάσει με επιτυχία. Ψύλλοι μπήκαν στα αυτιά μου και όταν, σε συζητήσεις μεταξύ συναδέλφων, ένας επέμενε ότι οι μύωπες έπρεπε να ξεχάσουν ότι θα επιλεγούν ως αξιωματικοί.
Τότε θυμήθηκα τον πρώτο εξάδελφο του πατέρα, που ήταν υφυπουργός συγκοινωνιών στην κυβέρνηση της ΕΡΕ. Του στέλνω ένα σύντομο γράμμα παρακαλώντας τον να συνδράμει στην επιλογή μου. Καταχάρηκα, όταν σε λίγες μέρες πήρα στα χέρια μου ένα φάκελο που προέρχονταν από αυτόν. «Αγαπητέ μοι, παρακολουθώ το αίτημά σας και θα σας ενημερώσω συντόμως δια αισίαν έκβασιν».΄Ημουν βέβαιος ότι όλα θα πήγαιναν καλά. Επειδή όμως αργούσε η «ενημέρωσις δια αισίαν έκβασιν», ξαναστέλνω δεύτερη επιστολή. Τυπικότατος ο κ. υφυπουργός μου απάντησε άμεσα: «Αγαπητέ μοι, μετέβην εις ΓΕΣ διά την υπόθεσίν σας, όμως επληροφορήθην ότι ανήκετε εις την κατηγορίαν «Α», δι’ ό και δεν δύναμαι να πράξω τι». Έπεσα από τα σύννεφα. Δεν μπορούσα να εξηγήσω τίποτε. Εφόσον ήμουν «Α» τι το κακό. Το τι σήμαινε «Α» μου εξήγησε ένας συνάδελφος, που ο πατέρας του βρισκόταν πρόσφυγας στο «Παραπέτασμα». «Φίλε Ντίνο, εγώ σίγουρα δεν πρόκειται να επιλεγώ, διότι ο πατέρας μου βρίσκεται έξω, αλλά ούτε και εσύ, διότι σε θεωρούν υπό υποψία αριστερό, επειδή ο πατέρας σου δεν ψήφισε στις εκλογές του 1946».
Από τότε, όποτε ακούω τη λέξη «Άλφα», όπως “Alpha Bank”, “Alpha Τηλεόραση” και τα παρόμοια, μου έρχεται στο νου αυτή η παλιά ιστορία του στρατού. Ο «A» που δεν ήταν άλφα-άλφα και χρειαζόταν επιτήρηση και Αλφαμίτη.
Πρώτη δημοσίευση
«Η ΠΟΛΗ», τριμηνιαίο περιοδικό Δήμου Σταυρούπολης, 8ο τεύχος, Δεκέμβριος 2006
Δεύτερη δημοσίευση
«ΠΑΝΔΩΡΑ», λογοτεχνικό περιοδικό, 21ο τεύχος, 11/2007-5/2008
Όμως δεν πέταξα πέρα τη στολή, όπως λέει ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου στο τραγούδι που ακολουθεί.
"Ήσουν καλός στρατιώτης, ούτε μια μέρα περιορισμό, γιατί δεν ζήτησες να σε αποχαρακτηρίσω;", μου είπε ο Ίλαρχος όταν πήγα να πάρω το απολυτήριο. "Μου φτάνει το 'καλός στρατιώτης' κύριε Ίλαρχε", και έφυγα...
Για να απολαύσετε το βίντεο, πατήστε pause στη μουσική του ιστολογίου, στο τέλος της σελίδας, αριστερά.
5 σχόλια:
Αλήθεια πόσο δύσκολα ήταν εκείνα τα χρόνια! Πάντα ονειρεύομαι πότε θα έρθει η μέρα που ο άλλος δε θα σε κρίνει από το τι ψηφίζεις ή τι ψηφίζουν οι γονείς σου.(Είναι καλύτερα τα πράγματα, αλλά δεν έχει έρθει ακόμα αυτή ημέρα). Αν μάλιστα μάθουν ότι δεν ανήκεις σε κάποιο κόμμα, τότε θεωρείσαι πιο επικίνδυνος και κάτι σαν μίασμα της κοινωνίας. Αλίμονο αν ξεφύγει κάποιο πρόβατο απ' το μαντρί.
Πολύ δύσκολα πράγματι τα χρόνια εκείνα. Οι μισοί αμφισβητούσαν τον πατριωτισμό των άλλων μισών. Όποιος δεν τα έζησε στο πετσί του δεν μπορεί να καταλάβει.
Από τότε σίγουρα έχουν αλλάξει πολλά και δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά.
Σήμερα όλα τα κόμματα θέλουν υποτακτικούς με αντιπαροχή υποσχέσεις για εργασία ή καρέκλα στον κομματικό μηχανισμό.
Οι σημερινοί νέοι ας έχουν ψηλά το κεφάλι, παρόλες τις δυσκολίες για αποκατάσταση που αντιμετωπίζουν.
Υποτακτικός και δούλος δεν γίνεσαι αν δεν το θέλεις.
Καλό σου βράδυ και καλή εβδομάδα ΙΖΑ.
Την ίδια περίοδο περίπου, ο πατέρας μου ρωτήθηκε από τον αξιωματικό: Πες μας βρε Λ.εάν οι Βούλγαροι επιτεθούν στην Ελλάδα εσύ που θα στρέψεις το όπλο; Ο άνθρωπος κλαίει ακόμη όταν το σκέφτεται.
Πολλά τέτοια περιστατικά έχω ζήσει ippoliti_ippoliti.
Δυστυχώς κατάλοιπο είναι το "Βούλγαροι" που εκστομίζουν ανεγκέφαλοι ακόμη και σήμερα ως βρισιά στα γήπεδα με δέκτες εμάς τους Βόρειους που, θα το πω γιατί θύμωσα, φυλάμε Θερμοπύλες. Και δυστυχώς δεν είναι μόνον οι ανεγκέφαλοι των γηπέδων. Πριν χρόνια, όταν ξεκινούσε το Σκοπιανό επί Γκλιγκόρωφ, διευθυντής μεγάλης εταιρείας στην Πελοπόνησο, που είχαμε καθημερινή επαγγελματική τηλεφωνική επικοινωνία, μου λέει κάποια στιγμή: "ΕΧΕΤΕ προβλήματα κει πάνω με τα σύνορα". "Δεν κατάλαβα το ΕΧΕΤΕ", του απάντησα. "Συγγνώμη, συγγνώμη δεν το εννοούσα έτσι". Μωρέ δυστυχώς υπάρχει αυτή η νοοτροπία ακόμη, ας ευχηθούμε, σε λίγους.
Είδες ippoliti πως την πληρώνεις με ένα σχόλιο στο blog μου; Με ένα κατεβατό δικό μου.
Καλό σου βράδυ.
Ιερές στιγμές,ιερές μνήμες,ανθρώπων που η λεβεντιά περίσσευε...
"Υποτακτικός και δούλος δεν γίνεσαι αν δεν το θέλεις."
Πόσο δίκιο έχεις...
Καλό βράδυ
Δημοσίευση σχολίου