Ντίνο μου, από ότι διάβασα είναι μικρών διαστάσεων αυτό το έργο. Το θεωρώ,ακόμα πιο δύσκολο! Είσαι σπουδαίος ζωγράφος! Τα χρώματα μαγικά! Θές να το ακουμπήσεις... Όταν ερχόμουν για δουλιές στη Θεσσαλονίκη,ήταν πολύ της μόδας τα Λαδάδικα,θυμάμαι... Ο Μητροπάνος με απογειώνει,με την ερμηνεία του! Και όπως είπες και εσύ,είναι πολύ γενναίος άνθρωπος! Το παλεύει, με τρόπο πολύ συγκινητικό! Δεν ήξερα τον κοινωνικό χαρακτήρα του κτηρίου... Φιλιά!
Ουρανία-Όλγα, εσύ όταν ερχόσουν έβλεπες τα φτιασιδωμένα Λαδάδικα. Εμείς 17χρονοι πιτσιρικάδες τα ζήσαμε σαν "Κανάλ ντ'αμούρ", όπως το ομότιτλο βιβλίο του φίλου Θωμά Κοροβίνη, συγγραφέα, τραγουδιστή, μελετητή της Τούρκικης μουσικολογίας. Αν στη συνέχεια, με σχόλια της παρέας, δοθεί η ευκαιρία, θα πω κάτι παραπάνω, λίγο αθυρόστομα. Και δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά, γιατί θα μιλήσω για τα παλιά και όχι τα σημερινά φλωρίστικα Λαδάδικα. Καλό βράδυ.
αν κι εγώ δε γνώρισα τα λαδάδικα όπως εσείς, το 86-87 που ζούσα στην πόλη με γοήτευαν αυτά τα δρομάκια και η εγκατάλειψη των κτηρίων... Αργότερα, όταν μετά από χρόνια ξαναγύρισα και είδα αυτή τη βλαχοροκ κατάσταση εκεί, απογοητεύτηκα... Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει κια στην Αθήνα, στου Ψυρρή...
Ο Μητρόπάνος...Θεός Ντίνο... από μικρή του έχω ιδιαίτερη αδυναμία...
`Οπως η Thubelina παραπάνω, έτσι κι εγώ περιμένω τις ιδιαίτερες πληροφορίες που μας έταξες. `Οσο για τον πίνακα μ' αρέσει πολύ κι ας μην ξέρω από κοντά τα Λαδάδικα. Τα χρώματά του είναι καταπληκτικά. Φιλιά σε όλη την παρέα.
Ε, να σας πω εγώ αφού επιμένετε και το κρίμα δικό σας. Γύρω στα δεκαπέντε μου, μαζί με κάτι φίλους απ' τη γειτονιά της Πλατείας Δικαστηρίων, τόλμησα να μπω στο ευαγές ίδρυμα που τώρα ζωγράφισε ο Ντίνος. Απελπιστικά παρθένος και με φοβερό τρακ φυσικά.
Στις σκάλες περίμεναν ουρά παληκάρια εργατικά, μερικά με λερωμένες φόρμες και κατσαρολάκια του φαγητού τυλιγμένα σε πετσέτες, κι από τις πόρτες έβγαιναν τα κορίτσια ημίγυμνα ενώ η τσατσά κουβαλούσε και άδειαζε τον κουβά. Τρόπος του λέγειν κορίτσια, δηλαδή, αφού ήταν εμφανές ότι είχαν οργώσει τη μισή Μακεδονία. Γνώριζαν μερικούς από τους τακτικούς θαμώνες και τους χαιρετούσαν με το μικρό τους όνομα.
Η διαδικασία ήταν τόσο επαγγελματική και το θέαμα τόσο αποστερημένο από κάθε είδους γοητεία και μυστήριο που έπρεπε να έχει κανείς πολύ επείγουσα ανάγκη για να περάσει (μετά πόσους;) το κατώφλι ενός δωματίου για τα περαιτέρω. Εγώ δεν άντεξα και σύντομα αποχώρησα διακριτικά. Μου έχει μείνει όμως η εικόνα.
Σπουδαίος εξωραϊστικός όμιλος η μνήμη και ρομαντικές οι ψυχές αλλά η πραγματικότητα ήταν γυμνή και στυγνή.
Υπήρχε ένα ακόμη μπουρδέλο (δεν μου πάει το "σπίτι")κοντά, το τριώροφο απέναντι απ'το λιμάνι. Τη μέρα η περιοχή, χώρος χονδρεμπορίου λάδια (εξ'ου και το όνομα) σαπούνια εδώδιμα-αποικιακά, αλλαντικά, ξύλα, κάρβουνα κ.α. Τη νύχτα το σκηνικό άλλαζε, όπως περίπου στο βιντεάκι. Και τα δύο λειτουργούσαν νόμιμα και κάθε δεκαπέντε μέρες οι γυναίκες περνούσαν από ιατρική εξέταση. Τότε ούτε μαχαιρώματα ούτε ναρκωτικά στην περιοχή.Κάποια στιγμή τα "νόμιμα" έκλεισαν με νόμο και άρχισαν να λειτουργούν τα "κρυφά" στην περιοχή, μέχρι τα μέσα '80. Κινδύνευες όμως εκεί να αρπάξεις κάποια αρρώστια, συνήθως βλεννόρροια, επειδή οι γυναίκες δεν ελέγχονταν. Χαμός όταν έρχονταν ο αμερικάνικος 6ος στόλος πανηγύρι μέχρι πρωίας. Προνομιούχοι ως αγγλομαθείς, ποιάναμε κουβέντα με τους ναύτες για να τσιμπήσουμε κανένα τσιγάρο. Κάθησα στο πεζοδρόμιο ζαλισμένος όταν πρωτορούφηξα Pall Mall. Σήμερα τα φτιασιδωμένα κτήρια συνεχίζουν να προσφέρουν κοινωνικό έργο, αλλά με άλλο "σύγχρονο" τρόπο. Αυτά τα ολίγα περί "Κανάλ ντ'Αμούρ".
Περιέχει 15 μικρά πεζά που, μέσα από τα ανέμελα παιδικά παιχνίδια σε μια γειτονιά της Θεσσαλονίκης, αυτή στην αρχή της Λεωφόρου Στρατού, ουσιαστικά διατρέχουν περί τις έξι δεκαετίες, από τη γερμανική κατοχή μέχρι το 1999, πραγματοποιώντας καθ' οδόν, σύμφωνα με τον υπότιτλο του βιβλίου, διάφορες "διαδρομές και στάσεις".(Εκδόσεις ΙΑΝΟΣ, 2000)
Περιέχει 7 μικρά πεζά, που δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες την περίοδο 2002-2008.
Πρωτοτυπία, τα διηγήματα συνοδεύονται με ζωγραφιές, σχετικές με το θέμα, έργα του συγγραφέα.
(Τυπώθηκε και βιβλιοδετήθηκε τον Ιανουάριο 2010 σε 150 αντίτυπα από την LK Digital Printing για λογαριασμό του συγγραφέα).
9 σχόλια:
Ντίνο μου,
από ότι διάβασα είναι μικρών διαστάσεων αυτό το έργο.
Το θεωρώ,ακόμα πιο δύσκολο!
Είσαι σπουδαίος ζωγράφος!
Τα χρώματα μαγικά!
Θές να το ακουμπήσεις...
Όταν ερχόμουν για δουλιές στη Θεσσαλονίκη,ήταν πολύ της μόδας τα Λαδάδικα,θυμάμαι...
Ο Μητροπάνος με απογειώνει,με την ερμηνεία του!
Και όπως είπες και εσύ,είναι πολύ γενναίος άνθρωπος!
Το παλεύει, με τρόπο πολύ συγκινητικό!
Δεν ήξερα τον κοινωνικό χαρακτήρα του κτηρίου...
Φιλιά!
Ουρανία-Όλγα, εσύ όταν ερχόσουν έβλεπες τα φτιασιδωμένα Λαδάδικα. Εμείς 17χρονοι πιτσιρικάδες τα ζήσαμε σαν "Κανάλ ντ'αμούρ", όπως το ομότιτλο βιβλίο του φίλου Θωμά Κοροβίνη, συγγραφέα, τραγουδιστή, μελετητή της Τούρκικης μουσικολογίας. Αν στη συνέχεια, με σχόλια της παρέας, δοθεί η ευκαιρία, θα πω κάτι παραπάνω, λίγο αθυρόστομα. Και δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά, γιατί θα μιλήσω για τα παλιά και όχι τα σημερινά φλωρίστικα Λαδάδικα.
Καλό βράδυ.
αν κι εγώ δε γνώρισα τα λαδάδικα όπως εσείς, το 86-87 που ζούσα στην πόλη με γοήτευαν αυτά τα δρομάκια και η εγκατάλειψη των κτηρίων... Αργότερα, όταν μετά από χρόνια ξαναγύρισα και είδα αυτή τη βλαχοροκ κατάσταση εκεί, απογοητεύτηκα...
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει κια στην Αθήνα, στου Ψυρρή...
Ο Μητρόπάνος...Θεός Ντίνο... από μικρή του έχω ιδιαίτερη αδυναμία...
Δεν έχω πάει στα λαδάδικα, άρα περιμένω να πείτε κάτι παραπάνω για να μαθαίνω και εγώ
ο πίνακας είναι πολύ όμορφος και ο Μητροπάνος συγκλονιστικός όπως πάντα
καλο βράδυ!
`Οπως η Thubelina παραπάνω, έτσι κι εγώ περιμένω τις ιδιαίτερες πληροφορίες που μας έταξες. `Οσο για τον πίνακα μ' αρέσει πολύ κι ας μην ξέρω από κοντά τα Λαδάδικα. Τα χρώματά του είναι καταπληκτικά. Φιλιά σε όλη την παρέα.
Ε, να σας πω εγώ αφού επιμένετε και το κρίμα δικό σας. Γύρω στα δεκαπέντε μου, μαζί με κάτι φίλους απ' τη γειτονιά της Πλατείας Δικαστηρίων, τόλμησα να μπω στο ευαγές ίδρυμα που τώρα ζωγράφισε ο Ντίνος. Απελπιστικά παρθένος και με φοβερό τρακ φυσικά.
Στις σκάλες περίμεναν ουρά παληκάρια εργατικά, μερικά με λερωμένες φόρμες και κατσαρολάκια του φαγητού τυλιγμένα σε πετσέτες, κι από τις πόρτες έβγαιναν τα κορίτσια ημίγυμνα ενώ η τσατσά κουβαλούσε και άδειαζε τον κουβά. Τρόπος του λέγειν κορίτσια, δηλαδή, αφού ήταν εμφανές ότι είχαν οργώσει τη μισή Μακεδονία. Γνώριζαν μερικούς από τους τακτικούς θαμώνες και τους χαιρετούσαν με το μικρό τους όνομα.
Η διαδικασία ήταν τόσο επαγγελματική και το θέαμα τόσο αποστερημένο από κάθε είδους γοητεία και μυστήριο που έπρεπε να έχει κανείς πολύ επείγουσα ανάγκη για να περάσει (μετά πόσους;) το κατώφλι ενός δωματίου για τα περαιτέρω. Εγώ δεν άντεξα και σύντομα αποχώρησα διακριτικά. Μου έχει μείνει όμως η εικόνα.
Σπουδαίος εξωραϊστικός όμιλος η μνήμη και ρομαντικές οι ψυχές αλλά η πραγματικότητα ήταν γυμνή και στυγνή.
Υπήρχε ένα ακόμη μπουρδέλο (δεν μου πάει το "σπίτι")κοντά, το τριώροφο απέναντι απ'το λιμάνι. Τη μέρα η περιοχή, χώρος χονδρεμπορίου
λάδια (εξ'ου και το όνομα) σαπούνια
εδώδιμα-αποικιακά, αλλαντικά, ξύλα, κάρβουνα κ.α. Τη νύχτα το σκηνικό άλλαζε, όπως περίπου στο βιντεάκι. Και τα δύο λειτουργούσαν νόμιμα και κάθε δεκαπέντε μέρες οι γυναίκες περνούσαν από ιατρική εξέταση. Τότε ούτε μαχαιρώματα ούτε ναρκωτικά στην περιοχή.Κάποια στιγμή τα "νόμιμα" έκλεισαν με νόμο και άρχισαν να λειτουργούν τα "κρυφά" στην περιοχή, μέχρι τα μέσα '80. Κινδύνευες όμως εκεί να αρπάξεις κάποια αρρώστια, συνήθως βλεννόρροια, επειδή οι γυναίκες δεν ελέγχονταν. Χαμός όταν έρχονταν ο αμερικάνικος 6ος στόλος πανηγύρι μέχρι πρωίας. Προνομιούχοι ως αγγλομαθείς, ποιάναμε κουβέντα με τους ναύτες για να τσιμπήσουμε κανένα τσιγάρο.
Κάθησα στο πεζοδρόμιο ζαλισμένος όταν πρωτορούφηξα Pall Mall. Σήμερα τα φτιασιδωμένα κτήρια συνεχίζουν να προσφέρουν κοινωνικό έργο, αλλά με άλλο "σύγχρονο" τρόπο. Αυτά τα ολίγα περί "Κανάλ ντ'Αμούρ".
Ο Τόλης προφανώς επισκέφθηκε το διώροφο σε μέρα και ώρα αιχμής.
Κυριολεκτικά.
Δημοσίευση σχολίου